ORAIOKASTROPRESS

Η δημοσιογραφική ματιά στο Ωραιόκαστρο

Γεώργιος Ν. Γκέκας – Περί άμεσης Δημοκρατίας

Πρόσφατα ορισμένοι προτείνουν ως λύση στο ελληνικό πολιτειακό πρόβλημα την θεσμοθέτηση της άμεσης δημοκρατίας. Μια τέτοια πρόταση είναι παντελώς ανεφάρμοστη και ουτοπική, λειτουργεί όμως αποπροσανατολιστικά και δημοκοπικά, απαλλάσσοντας το εκλογικό σώμα από κάθε ευθύνη για τα όσα συνέβησαν στην Γ΄ Ελληνική Δημοκρατία (1974 έως σήμερα). Πράγματι, η πρόταξη της άμεσης δημοκρατίας είναι απόρροια της εξιδανίκευσης των εκάστοτε πλειοψηφιών. Αλλά οι πολιτειακές εξιδανικεύσεις κάθε εκδοχής (των πολιτικών κομμάτων εν γένει –Σύνταγμα 1975– του «κόμματος του λαού» –όποιο κι αν είναι– του μεγάλου ηγέτη, κλπ) είναι γενικά οι δρόμοι προς την οδύνη και την καταστροφή. Επιπλέον, η πρόταση πρέπει να χαρακτηριστεί ανιστόρητη. Η αρχαία αθηναϊκή δημοκρατία, το πρότυπο αναφοράς στην άμεση δημοκρατία, αποτελεί μεν παγκόσμιο φαινόμενο, αλλά αφήνοντας ανεξέλεγκτους τους δημαγωγούς οδήγησε σε λίγες δεκαετίες μια πόλη-υπόδειγμα θεσμών και πολιτισμού και μια ηγεμονεύουσα υπερδύναμη στην αυτοκαταστροφή. Τούτο υπήρξε, μεταξύ άλλων, συνέπεια της απόλυτης εξουσίας ενός μόνον οργάνου του πολιτεύματος αλλά και συνάρτηση της εγγενούς δυσκολίας και πολυπλοκότητας των δημοσίων θεμάτων. 

Η αποτυχία εκείνη και τα μειονεκτήματα ενός τέτοιου καθεστώτος παραγνωρίζονται με μεγάλη ευκολία σήμερα. Κατά την εν λόγω φαντασίωση φαίνεται πως βρέθηκε η βάση για την αέναη ελευθερία. Ίσως κάποιοι νομίζουν ότι η άμεση δημοκρατία είναι σαν τις συζητήσεις μεταξύ των μελών μιας παρέας για το που θα διασκεδάσουν το βράδυ. Όμως η αθηναϊκή άμεση δημοκρατία δεν έπαυε να είναι κ ρ ά τ ο ς, δηλαδή νομιμοποιημένο μονοπώλιο καταναγκασμού, στο οποίο αποφάσιζαν μεν οι πολίτες συλλογικά αλλά και υποχρεώνονταν όλοι, με αυστηρές ποινές διαφορετικά, να εκτελέσουν τις αποφάσεις της πλειοψηφίας. Το πράγμα δεν ήταν διόλου θεωρητικό, αφού οι πολίτες, που την μια μέρα αποφάσιζαν ακόμα και περί πολέμου ή ειρήνης, όφειλαν, αν αποφασιζόταν πόλεμος, να παρευρίσκονται σύντομα με τα όπλα τους στις διαταγές των καθορισμένων (πάλι με απόφαση της πλειοψηφίας) διοικητών τους, έτοιμοι να αναχωρήσουν για πόλεμο ακόμα και στο πιο μακρινό μέρος. Κανείς δεν διανοούνταν να πει ότι εκείνος ψήφισε εναντίον, άρα ας έκαναν τον πόλεμο οι υπόλοιποι. Για παράδειγμα, ο Νικίας, μέλος της ανώτερης κοινωνικής τάξης, στάλθηκε παρά την γνώμη του και την θέλησή του ως συνδιοικητής στην Σικελική Εκστρατεία. Όσο για τους πλούσιους, αυτοί υποχρεώνονταν να βάζουν βαθειά το χέρι στον θησαυρό τους για να χρηματοδοτούν την λειτουργία του κράτους, τα δημόσια έργα, τις πολεμικές επιχειρήσεις και τις παροχές προς το κοινωνικό σύνολο. Τέλος, η αρχαία αθηναϊκή δημοκρατία λειτουργούσε με σαφή αποκλεισμό ομάδων του πληθυσμού (γυναίκες, δούλοι, μέτοικοι) από το εκλογικό σώμα –κάτι που θεωρούνταν αυτονόητη και ουσιώδης προϋπόθεσή της.

Τι σχέση έχουν όλα αυτά μ’ εμάς και με το σήμερα;

 

Για όποιον πάντως διατηρεί αμφιβολίες για τα παραπάνω και την αυτοακυρωτική φύση της άμεσης δημοκρατίας, υπάρχουν και τα ζωντανά παραδείγματα. Παρ’ ημίν, η άμεση δημοκρατία εφαρμόζεται επί δεκαετίες στα φοιτητικά αμφιθέατρα και διόλου λίγες φορές έγινε το μέσον χειραγώγησης, εκφοβισμού ή τεχνητής επικράτησης των αποφασισμένων φανατικών μειοψηφιών, πχ δια των αποχωρήσεων λόγω κοπώσεως μετά από σχεδιασμένα πολύωρες συσκέψεις. Μια μορφή άμεσης δημοκρατίας εφαρμόζεται και στις συνελεύσεις πολυκατοικιών ή στην λήψη αποφάσεων για την κοινή περιουσία βάσει του ποσοστού της ιδιοκτησίας. Και εδώ, αν η νομοθεσία το επιτρέπει, οι μειοψηφούντες προκαλούν συχνά και χωρίς αντικειμενικό λόγο (αλλά για δική τους ιδιοτροπία, εκτόνωση ή απόλαυση της δυνάμεως…) πολύ μεγάλη ταλαιπωρία ή και ζημία στους περισσότερους. Τέλος, όποιος αναζητά την καθημερινότητα της άμεσης δημοκρατίας μπορεί να την δει στην λειτουργία των σύγχρονων χρηματοπιστωτικών αγορών στον πλανήτη, τις εκτός λογικής μεταστροφές τους μέσα σε λίγη ώρα ή την επόμενη μέρα, τις παράλογες φημολογίες που αποκτούν τόση ισχύ ή τις προσχηματικές δήθεν ερμηνείες, βάσει σκοπιμοτήτων επηρεασμού τους από σχολιαστές. Αυτή είναι βέβαια η άμεση δημοκρατία του παγκόσμιου καπιταλισμού, αλλά αναμφίβολα άμεση. Το πόσο σοφά οδηγεί τον κόσμο, αφήνεται στους αναγνώστες. Δεν είναι όμως υπερβολή να εξαχθεί από αυτό το παράδειγμα γενικότερα ότι η άμεση δημοκρατία έχει κάτι από τα φυσικά φαινόμενα, όπως ο καιρός. Και ότι σύντομα παύει ο μέσος άνθρωπος να ασχολείται μ’ αυτήν, αναζητώντας με την πρώτη ευκαιρία ασφαλές καταφύγιο από ένα βάσανο.

Ωστόσο, παρ’ όλα αυτά, η παράμετρος της άμεσης δημοκρατίας μπορεί και πρέπει να έχει και αυτή σε κάποιον βαθμό τον ρόλο της στα κοινά, ως συμπληρωματική συνιστώσα στο πλαίσιο του αντιπροσωπευτικού συστήματος. Τούτο μπορεί να γίνει πιλοτικά στην κλίμακα της τοπικής αυτοδιοίκησης, όπου οι πολίτες είναι ευκολότερα σε θέση να έχουν επαρκή γνώση και λόγο σε θέματα όπως η επιλογή ορισμένων επενδύσεων ανάμεσα από εναλλακτικές προτάσεις ή και άλλα, όταν δεν παρεμβάλλεται το συμφέρον της ευρύτερης κοινωνίας. Πάντως, το κύρος του θεσμού θα είναι άμεση συνάρτηση του ουσιώδους και όχι του συμβολικού-συναισθηματικού χαρακτήρα των θεμάτων που θα τίθενται στην κρίση του τοπικού εκλογικού σώματος. Πάνω απ’ όλα, η άμεση δημοκρατία απαιτεί εκπαίδευση και κουλτούρα συμμετοχής, ανεκτικότητας και συμμόρφωσης –πράγματα στα οποία μάλλον δεν διακρίνονται ορισμένοι από τους φωνασκούντες υπέρ αυτής συμπολίτες μας.

Τέλος, η δημοψηφισματική εκδοχή της άμεσης δημοκρατίας μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνον με πολλή φειδώ και περίσκεψη, επειδή ακριβώς είναι το μεγαλύτερο όπλο των καιροσκόπων και των δημαγωγών, ενώ δεσμεύει τους πολιτικούς χειρισμούς σε βάθος χρόνου με μια, συχνά περιστασιακή, στάση και επιλογή του εκλογικού σώματος.

Συμπερασματικά, η άμεση δημοκρατία απαιτεί ένα κοινωνικό περιβάλλον γνώσης, κριτικής ικανότητας και ωριμότητας, τέτοιο που να αποδεικνύει τις δυνατότητές του για ορθολογιστική συμπεριφορά. Ευτυχείς, πράγματι, οι ελάχιστες κοινωνίες που αποδεικνύουν ότι είναι άξιες αυτού του πολιτικού συστήματος –αλλά αυτές δεν δημιουργούνται μεμιάς ούτε μόνο από την επιθυμία μας.

 

Ο Γεώργιος Ν. Γκέκας είναι εκπαιδευτικός. Το άρθρο αναδημοσιεύεται απο το  http://www.diplomatikoperiskopio.com/

Σοφία Λαμπίκη – Μια Επιστροφή που εκκρεμεί

Όταν το 1949 τέλειωσε ο Εμφύλιος στην Ελλάδα βρήκε την επαρχία ερημωμένη, ρημαγμένη, χωρίς κατοίκους, με χωριά -φαντάσματα και δάση καμμένα από τις εμπρηστικές βόμβες των συμμάχων μας.
Μακεδονία και Ήπειρος ήταν κενές ανθρώπων.Χωριά που έσφυζαν από ζωή τα δύσκολα χρόνια της Κατοχής, που αποτέλεσαν τόπους ζωοδότες, εφαλτήρια αντίστασης αλλά και Πολιτισμού και Παιδείας κείτονταν νεκρά.

Αντάρτες στα χρόνια της θύελλας

Οι μεγάλες εκκαθαριστικές επιχειρήσεις του Εθνικού Στρατού που ακολούθησαν τη λήξη του Εμφυλίου, οι συμμορίες των τραμπούκων παρακρατικών που σάρωναν την επαρχία για αντεκδίκηση,πλιάτσικο και «εθνική αντικομμουνιστική ομογενοποίηση » έδωσαν τη χαριστική βολή.
Κρανίου Τόπος απέμεινε πίσω.
Οι εθνικές κυβερνήσεις που ακολούθησαν, ακολουθώντας το Δόγμα Τρούμαν περί Ανάπτυξης μετέφεραν δια της βίας και τους τελευταίους κατοίκους της επαρχίας στα αστικά κέντρα με στόχο -για άλλη μια φορά στην Ιστορία της χώρας- την έξωθεν εισαγόμενη Βίβλο της εκβιομηχανοποίησης σε έναν τόπο που δεν στέριωσε ποτέ.
Έτσι νέοι , αλλά και μεγαλύτεροι ,αγρότες και βοσκοί ή εξαναγκάστηκαν να φύγουν μετανάστες στο εξωτερικό σαν βιομηχανικοί εργάτες ή να πουλήσουν το χωραφάκι τους και να το ανταλλάξουν με το θυρωρείο μιας πολυκατοικίας από τις άθλιες και πολλές που έδωσαν τροφή στην Νέα βιομηχανία της Ελλάδας , την Οικοδομή.
Την καταστροφή ολοκλήρωσε και στο περιαστικό περιβάλλον των τότε πόλεων η Αντιπαροχή,μεγαλεπήβολο,καταστροφικό σχέδιο του υπερεκτιμημένου Εθνάρχου Καραμανλή.
Πίσω,δεν έμεινε τίποτε.Κάτι γέροι, ξεροκέφαλοι και ανυπόταχτοι που το μόνο που θέλανε ήταν να πεθάνουν στον τόπο τους.
Δεν συμπαθεί η Εξουσία  την μικρή κοινότητα ,την αυτάρκη, αυτή που είναι μακριά απ΄τα κέντρα των αποφάσεων, είναι δύσκολα ελέγξιμοι οι άνθρωποι που διαβιούν έτσι, γι΄αυτό και τους μαντρώνει σε μεγάλες πόλεις υποχείρια της , καταναλωτές που δεν έμαθαν να παράγουν τίποτα παρά μόνο φαύλες Παροχές Υπηρεσιών.
Έτσι αναπτύχθηκε η Ελλάδα,έτσι έφτασε μέχρι εδώ.
Τώρα που το μοντέλο μπούκωσε και δεν τραβάει πιά, μιά λύση υπάρχει αλλά δεν την αρθρώνει κανείς απ΄τους κρατούντες που πάλι ονειρεύονται, εκ νέου, μια νέα -πράσινη τούτη τη φορά -εκβιομηχάνιση της χώρας.
Τα εγγόνια εκείνων που έφυγαν πρόσφυγες εσωτερικοί απ΄τα χωριά τους για την Μεγάλη Πόλη πρέπει να επιστρέψουν πίσω.
Πίσω στην επαρχία, στα ορεινά ή καμπούσια χωριά τους , στα νησιά τους.
Η γη , η θάλασσα τους περιμένει , υπομονετικά, χρόνια τώρα.
Νέοι άνθρωποι, μορφωμένοι , με οικολογικές απόψεις για την καλλιέργεια και την κτηνοτροφία οφείλουν να γυρίσουν πίσω. Να ξαναζωντανέψουν τις κοινότητες.
Είναι δύσκολο, λένε πολλοί. Μάθαμε στην Πόλη.Δεν ξέρουμε τί και πώς θα το κάνουμε.
Είμαστε τυχεροί.Ζωντανοί ακόμα περιμένουν βοσκοί και αγρότες, ψαράδες και πετράδες, μαστόροι καραβιών που «κόπηκαν» με τις ευρωπαικές επιδοτήσεις, γέροι πιά, αλλά ζωντανοί,και περιμένουν τους νεότερους να τους δείξουν, να τους μάθουν την τέχνη και τα μυστικά που θα χαθούν μαζί τους.
Σκληρή η δουλειά λένε τα παιδιά των Πόλεων.Σίγουρα.Αλλά όχι πιο σκληρή απ΄τη δουλειά κάτω απ΄το Αφεντικό που σ΄έχει απλήρωτο , σκλάβο, ώρες ατελείωτες ,σε μια δουλειά που δεν σου προσφέρει χαρά και νόημα στη ζωή σου.
Μάθαμε στα έτοιμα , λένε.
Θα ξεμάθετε γρήγορα,όταν αντιληφθείτε ότι ο Πλούτος της Ζωής δεν είναι ένα λουσάτο αυτοκίνητο,μια έξοδος σε κυριλέ εστιατόριο, ένα ταγιέρ ή μία γόβα δωδεκάποντη.
Αν ζήσετε στον Πλούτο του να πηγαίνετε μια βόλτα στη θάλασσα με τα πόδια ή έναν περίπατο με το παιδί ή το σκυλί σας στο βουνό, αν ζήσετε την ηρεμία της απλής ζωής , μια βόλτα στον καφενέ, ένα τσίπουρο το απόγευμα στο μπαλκονάκι σας που κοιτά τη θάλασσα , το μανταρίνι που κόβετε απ το δέντρο της αυλής σας , την αλληλεγγύη της μικρής συντροφιάς των ανθρώπων που ζείτε μαζί στο μικρό το μέρος, θα καταλάβετε.
Ένα μικρό κουράγιο θέλει για ν ΄αφήσετε την ανθρωποφάγα Πόλη σ΄αυτούς που την φτιάξανε και ζούν απ΄αυτήν και από σας. Φυλακισμένοι είσαστε εκεί, κλεισμένοι στα σπίτια σας από φόβο ή από ένδεια.
Μην τους ακούτε που σας λένε ότι εκεί τάχει όλα.
Τάχει, ναι, αλλά εσείς δεν μπορείτε να τάχετε πιά.
Γυρίστε πίσω.
Είναι πάνω απ΄όλα σωτηρία όχι μόνο για σας τους ίδιους αλλά και για την χώρα μας που σκοπεύουν να την κάνουν μπαταρία της Ευρώπης με τα φωτοβολταικά και τις ανεμογεννήτριες , βιομηχανίες παραγωγής ενέργειας που θα καταστρέψουν οριστικά ό, τι αποτελεί τον πλούτο της Ελλάδας, την κτηνοτροφία , τις καλλιέργειες , τα δάση, τα βουνά .Βιομηχανικό εργοστάσιο με προπωλημένα τα έσοδά του για 100 χρόνια, με εργάτες εμάς τους ίδιους για ένα κομμάτι ψωμί για επιβίωση.
Ποιός θα φωνάξει ,ποιός θα υπερασπίσει την Ελλάδα αν δεν είστε εσείς εδώ;
Γυρίστε πίσω.
Τώρα πριν είναι αργά και αφήστε κενές ανθρώπων τις απάνθρωπες μεγαλουπόλεις.
Το κουβάρι που έμεινε στη  μέση το 1949 πρέπει να αρχίσει να κυλά ξανά.
Νόστιμον ήμαρ η Επιστροφή σας.
Σας περιμένουμε.

ΥΓ.εδώ στις εσχατιές της χώρας θα αποκτήσει και χρηστική αξία το 4 Χ 4 που αγοράσατε σε μια στιγμή καταναλωτικού κεφιού και επίδειξης
 

 αναδημοσίευση από το www.tvxs.gr

Ταπεινοί και καταφρονεμένοι

Σκηνή από έργο του Charles Dickens

                                                                                                                                                                    

Στην Αμαλία Κ., που μπόρεσε να γίνει η φωνή εκείνων που δεν είχαν φωνή

Τους γνωρίζαμε από παλιά αλλά τώρα έχουμε λόγο να τους παρατηρούμε πιο προσεκτικά. Καθώς οι χριστουγεννιάτικές γιορτές πλησίαζαν η παρουσία τους μοιάζει να είναι πιο αισθητή παρά ποτέ. Θέλετε το γενικότερο κλίμα της κατήφειας; θέλετε η οικονομική ύφεση που φόρεσε τα χειρότερα της αξεσουάρ (ανεργία, δυσπραγία, απολύσεις, φτώχεια, ακρίβεια, λουκέτα); Εκείνοι ήταν παρόντες: στο παγκάκι του πάρκου, τη γιορτή του γηροκομείου, το προαύλιο του ειδικού σχολείου, την τραπεζαρία του ιδρύματος, το άσπρο δωμάτιο του νοσοκομείου, το συσσίτιο της ενορίας. Φαίνονται πλέον πιο οικείοι από ποτέ.

Αυτοί ήξεραν από κακουχίες, από διακρίσεις, από δυσκολίες, από πόνους καλύτερα από τον καθένα. Δεν συνήθιζαν όμως τις καταλήψεις, τις απεργίες, τις πορείες… Απλώς έδειχναν τη δύναμη τους βιώνοντας τη δική τους προσωπική ιστορία.

Έχει λεχθεί ότι οι άνθρωποι είναι προικισμένοι με τη δύναμη να υποφέρουν πολλά, όσο μπορούν να υποφέρουν τον εαυτό τους. Μπορούν να ζήσουν δίχως ελπίδα, φίλους, βιβλία ακόμη και χωρίς μουσική, φτάνει να μπορούν να ακούν την σκέψη τους, το πουλί που κελαηδά στο παράθυρο και την απόμακρη μελωδία της θάλασσας.

Για τους παλιούς μας γνώριμους, τους ταπεινούς και καταφρονεμένους, η ζοφερή άχλη των κοινωνικών και οικονομικών προβλημάτων είναι «φίλη καρδιακή». Ωστόσο η παρέα είναι πλέον τώρα πολύ μεγαλύτερη καθώς έχουν προστεθεί νέα μέλη: απολυμένοι, νεόπτωχοι, δανειόπληκτοι, νέοι άστεγοι, όλοι θύματα της ύφεσης που μοιάζουν να ξεπήδησαν από το μουχλιασμένο έρεβος των βιβλίων του Ντίκενς. Αυτή τη φορά είναι τόσο πολλοί που δεν μπορούμε να προσποιηθούμε ότι δεν τους βλέπουμε.

Φέτος ο Αη-Βασίλης δεν είχε τίποτε για εκείνους στο σάκο του. Ίσως του χρόνου δε φέρει τίποτε και σε μας. Κι έτσι το δώρο μας να γίνει η ζεστή συντροφιά τους, το δώρο τους η δική μας συντροφιά. Ας τη χαρούμε!

Καλά Χριστούγεννα και Χρόνια Πολλά.         

Θεόδωρος  Κουτρούκης

Θεόδωρος Κουτρούκης – Προικισμένο παιδί: Ο σύγχρονος Οδυσσέας;

Το προικισμένο παιδί

 Το φαινόμενο των προικισμένων παιδιών (υψηλός δείκτης νοημοσύνης [I.Q.>140] που αφορά στο 2-5% του πληθυσμού) αποτελεί ένα πολυδιάστατο ζήτημα τόσο για τη «διάγνωση» του, όσο και για την πρέπουσα  καθοδήγηση του παιδιού, των γονιών του και των δασκάλων του. Προικισμένο θεωρείται ένα παιδί όταν πλην της υψηλής νοημοσύνης διαθέτει πολλά από μια σειρά γνωρισμάτων όπως είναι η επιμονή, η δημιουργικότητα, η αυτοπεποίθηση, οι γενικές διανοητικές ικανότητες, η ιδιάζουσα κλίση για την επιστήμη, ο δημιουργικός/ παραγωγικός τρόπος σκέψης, οι ηγετικές ικανότητες, η ταχύτητα αντίληψης, η ευκολία αφομοίωσης, η δυνατή μνήμη, το κριτικό πνεύμα, η ικανότητα αντίληψης και επεξεργασίας  πολύπλοκων ιδεών και δεδομένων κ.α.

Τα προικισμένα παιδιά διαθέτουν σαφή προτίμηση στο περίπλοκο, το δύσκολο, το ασυνήθιστο και απεχθάνονται τις επαναλήψεις. Χρειάζονται ελευθερία ανάπτυξης της έντ0νης δημιουργικότητας τους και όχι περιοριστική και αυταρχική αντιμετώπιση. Ακόμη διακρίνονται για την τεράστια περιέργεια και δίψα για μάθηση, την αστείρευτη ενέργεια, την πίστη και επιμονή σε ό,τι κάνουν, την πρωτοβουλία, την ανεξαρτησία, την αυτονομία, την αυτογνωσία, την αυτοπεποίθηση, την υπευθυνότητα, τον αντισυμβατικό τρόπο σκέψης και δράσης

Το προικισμένο παιδί διαθέτει ισχυρά κίνητρα και ακούραστη επιμονή, που το ωθούν να ψάχνει, να ερευνά, να μαθαίνει, να ενεργεί, να κινητοποιεί τις διανοητικές και δημιουργικές του ικανότητες, τη δύναμη που το ωθεί για παραπέρα γνώση, περισσότερη δουλειά και δημιουργία.

Τα χαρακτηριστικά αυτά μερικές φορές  φέρνουν το προικισμένο παιδί σε αντίθεση με το κοινωνικό περιβάλλον, που το αντιμετωπίζει ως κακομαθημένο και αλαζονικό και συχνά προσπαθεί  να ελέγξει την αντισυμβατική του συμπεριφορά.

Τον πρωταρχικό ρόλο για την ανάπτυξη των  ικανοτήτων και των ταλέντων του προικισμένου παιδιού διαδραματίζει η οικογένεια ως φορέας μιας πολιτισμικής κληρονομιάς (πνευματικό επίπεδο, νοοτροπία, συνήθειες, ιδεώδη) αλλά και αντιλαμβανόμενη τις ιδιαίτερες διανοητικές και ψυχικές ανάγκες του παιδιού της. Οι γονείς πρέπει να αποφύγουν την εσφαλμένη αντιμετώπιση του προικισμένου παιδιού είτε με την αποθάρρυνση, είτε με την υπερπαρότρυνση. Ο κανόνας εδώ είναι ότι οι  επιτυχημένοι και ευτυχισμένοι προικισμένοι ενήλικες είχαν γονείς που στέκονταν στο πλευρό τους και διέθεταν ευαισθησία, κατανόηση, ευελιξία. Ακόμη, κρίσιμο ρόλο στην ανέλιξη των προικισμένων παιδιών διαδραματίζουν το πολιτισμικό/ μορφωτικό επίπεδο και η οικονομική κατάσταση των γονέων, η οικογενειακή δομή και το φύλο του παιδιού.

Το συνηθισμένο εκπαιδευτικό σύστημα είναι πολλές φορές ακατάλληλο για τα προικισμένα παιδιά καθώς έχει δομηθεί για τον «μέσο μαθητή». Τα προικισμένα παιδιά είναι υποχρεωμένα να συμμετέχουν σε ένα εκπαιδευτικό σύστημα που στα περισσότερα έχει να παρέχει ελάχιστή αρωγή.

Τα προικισμένα παιδιά προηγούνται μερικά χρόνια από το τυπικό σχολικό πρόγραμμα (σε όρους ποσότητας και ποιότητας), ενώ ο ρυθμός μάθησης του σχολείου είναι πολύ διαφορετικός από το δικό τους. Ο παραδοσιακός τρόπος διδασκαλίας δεν ανταποκρίνεται στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του προικισμένου παιδιού. Η εξαιρετική του μνήμη και κυρίως η ικανότητα και η ανάγκη του να εργάζεται ανεξάρτητα, αυτόνομα και ελεύθερα, έρχονται σε πλήρη αντίθεση με τον τρόπο διδασκαλίας στο σύνηθες εκπαιδευτικό σύστημα. Ακόμη, ο δάσκαλος του προικισμένου παιδιού και η συνδιαλλαγή /φιλία με ομοίους παίζουν έναν πολύ νευραλγικό ρόλο στην αρμονική ανάπτυξη των διανοητικών και ψυχικών ιδιοτήτων του.

Τέλος, η κρατική μέριμνα πρέπει να εκφράζεται με παροχή της κατάλληλης εκπαίδευσης που θα συνδράμει την ανέλιξη του προικισμένου παιδιού. Το παιδί σ΄ αυτό το εκπαιδευτικό πλαίσιο θα «μετρήσει» τις προσωπικές του ικανότητες, θα μάθει να συνεργάζεται και θα αποφύγει εν πολλοίς το δύσβατο ταξίδι του «προικισμένου».

 

 

από το Facebook

Γιώργος Σιακαντάρης – Η Ευρώπη και οι Δέκα μικροί νέγροι

Η κατάσταση στην Ευρωζώνη και στην Ευρωπαϊκή Ένωσηθυμίζει τους «Δέκα μικρούς νέγρους» της Αγκάθα Κρίστι, αλλά στην αντιστροφή τους. Σ’ αυτό το βιβλίο είναι δέκα προσκεκλημένοι σε ένα πλούσιο σπίτι, οι οποίοι αρχίζουν ένας ένας να βρίσκονται νεκροί.  Με κάθε φόνο λιγοστεύουν οι πιθανοί ένοχοι αλλά και τα πιθανά θύματα, οι δέκα γίνονται εννιά πιθανοί ένοχοι και πιθανά θύματα, μετά οκτώ, μετά επτά κ.ο.κ., ώσπου στο τέλος δεν απομένει κανένα θύμα. Ποιoς όμως τότε είναι ο ένοχος;  

Στη σημερινή Ευρώπη αρχικά ήταν προφανές ποιος είναι ο ένοχος. Είναι η Ελλάδα, και η σπατάλη είναι το κίνητρο των «τεμπέληδων» Ελλήνων πολιτών, όλων γενικά, όπως αρμόζει στη σκέψη του λαϊκισμού και όχι του ευρωπαϊσμού. Μετά όμως εμφανίζεται και άλλος ένοχος, είναι η Πορτογαλία και τα ελλείμματά της, ακολουθεί η Ιρλανδία και η Ισπανία και οι στεγαστικές τους φούσκες, ακολουθεί η Ιταλία και το χρέος της, μετά το Βέλγιο, η Αυστρία, η Ολλανδία, και τέλος φθάνουμε στο μεγάλο νέγρο, τη Γερμανία και την τιμωρητική της αντίληψη για το τι σημαίνει  Ευρώπη, με το φόβο του για το σκιάχτρο του πληθωρισμού. Έτσι κάθε φορά που προστίθεται ένας ένοχος εμφανίζεται και ένα νέο θύμα. Στο τέλος όμως αυτής της κατάστασης όλοι θα λάβουν ένα γράμμα που θα τους αποκαλύπτει όχι ποιος είναι ο ένοχος, αλλά ποιο θα είναι το θύμα. Και το θύμα θα είναι η ιδέα της Ευρώπης της κοινωνικής αλληλεγγύης, της σύγκλισης των οικονομιών, της κοινωνικής ειρήνης και της ενοποίησης λαών και πολιτικών.

Η σύγχρονη Ευρώπη
διαμορφώνεται κυρίως ως ιστορικός χώρος. Η γεωγραφική της οντότητα αποτελεί ένα σημαντικό, αλλά δευτερεύον στοιχείο της. Ιστορικές διαδικασίες, που αρχίζουν με το χωρισμό της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από τη Δυτική, συνεχίζονται με το σχίσμα Ορθοδοξίας και Καθολικισμού και ολοκληρώνονται με το δυτικό σχίσμα (1555, Ειρήνη της Αυγούστας) και τους θρησκευτικούς πολέμους (1559-1598 και 1618-1648). Όλα αυτά δεν επέτρεπαν τότε να αποκτήσει η Ευρώπη μια ενιαία πολιτισμική ταυτότητα. Παράλληλα, όμως, η ανακάλυψη του νέου κόσμου καθώς και οι ιστορικές αλλαγές της περιόδου 1440-1550 (Γουτεμβέργιος και Κοπέρνικος) διαμορφώνουν μια νέα ιδεολογία, τον στηριζόμενο στις αξίες της αρχαιότητας ευρωπαϊκό ανθρωπισμό ως πνευματικό όπλο της Αναγέννησης.

Ο ευρωπαϊκός ανθρωπισμός, η Αναγέννηση, ο Διαφωτισμός δεν στάθηκαν ικανοί να αποτρέψουν τους διαρκείς πολέμους, που έφθασαν μέχρι τον καταστροφικότερο όλων των πολέμων, τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αυτό που δεν μπόρεσαν να πετύχουν οι μεγάλες ιδεολογίες φάνηκε να το πετυχαίνει  αυτός ο πόλεμος. Οι ευρωπαϊκές ελίτ και οι λαοί κατανόησαν πως το μέλλον τους βρίσκεται στην ενότητα και την αλληλεγγύη. Έτσι, το αίτημα της ενωμένης Ευρώπης έγινε κεντρικό αίτημα λαών και ελίτ. Η τόσο διαπομπευμένη καντιανή «αιώνια ειρήνη» φάνηκε να επανέρχεται στο προσκήνιο, ο δε χομπσιανός κόσμος «του λύκοι εναντίων λύκων» επίσης φάνηκε να χάνει, σε διακρατικό τουλάχιστον επίπεδο, το έδαφος κάτω από τα πόδια του.

Μόνο φάνηκε, όμως. Γιατί η μονεταριστική ορθοδοξία, ο λαϊκισμός, το σκιάχτρο του γερμανικού πληθωρισμού, οι εθνικές ματαιοδοξίες, οι προσβολές των ισχυρών κατά των αδύναμων, αλλά και η κοροϊδία των αδύναμων προς τους ισχυρούς, όλα αυτά και πολλά άλλα έδειξαν πως «ο διάβολος βρίσκεται στα στερεότυπα». Γιατί αυτό που έχουμε τώρα ξέφυγε από την αυστηρή κρίση του ελληνικού παραγωγικού μοντέλου, που παράγει λιγότερα απ’ όσα καταναλώνει, και φθάσαμε ακόμη και σοβαρές εφημερίδες, όπως η «Monde», να αναπαράγουν στερεότυπα και λαϊκιστικές κραυγές που τοποθετούν τον ένα λαό εναντίον του άλλου. Στερεότυπα που τα αναπαράγουν οι πολιτικές ηγεσίες (περιφρονητικά σχόλια για Παπανδρέου, Μπερλουσκόνι, Σαμαρά, Μέρκελ, Σαρκοζί) και φυσικά μεταφέρονται στους λαούς ως περιφρονητικές στάσεις έναντι ολόκληρων λαών.

Και όμως το ευρωπαϊκό όραμα δεν ήταν τίποτα άλλο από τη γνώση πως η ιστορία αυτού του χώρου που λέγεται Ευρώπη δεν είναι η ιστορία των ξεχωριστών εθνών-κρατών, αλλά η ιστορία μιας πολιτιστικής πορείας, υπό την αιγίδα του Διαφωτισμού, προς την ενοποίηση και αλληλεγγύη μεταξύ διαφορετικών λαών. Δεν είναι η οικονομική κρίση, αλλά αυτό το απίθανο όργιο αλληλοπροσβολών, περιφρονητικών χαρακτηρισμών, απαξίωσης λαών και χαρακτήρων (αχ, πόσο θα ήταν καλύτερα αν οι σημερινοί ηγετίσκοι είχαν μελετήσει το «Πνεύμα των Νόμων» και τις «Περσικές Επιστολές» του Μοντεσκιέ;), το οποίο απειλεί να τινάξει στον αέρα μια προσπάθεια πενήντα ετών για τη διασφάλιση της κοινωνικής ειρήνης και συνεργασίας μεταξύ λαών και κρατών.   

Είναι σίγουρο πως καμία κοινωνική ολοκλήρωση δεν γίνεται in vitro, άρα και στη διαδικασία της ευρωπαϊκής ενοποίησης το ορθολογικό δεν συνδέεται μόνο με το καλό, ο ανθρωπισμός με το ωραίο και η επιστήμη με το ωφέλιμο. Η αγριότητα, ο πόνος, η ωμότητα είναι κι αυτά στοιχεία του ευρωπαϊκού χώρου. Είναι όμως εμπειρικά στοιχεία και όχι αξίες. Αυτό δεν κατανοούν οι σημερινές πολιτικές ηγεσίες και ουσιαστικά έχουν κηρύξει τον πόλεμο στην Ευρώπη. Αν δεν κινητοποιηθούν οι δυνάμεις που βλέπουν την Ευρώπη ως ενότητα κοινών δικαιωμάτων και κοινών υποχρεώσεων, τότε τη λύση δεν θα τη δώσουν ούτε τα ευρωομόλογα ούτε η κοπή νομίσματος.

(αναδημοσίευση απο την Athens Voice)

Σαράντος Καργάκος – Κηφηνείον «Η Ωραία Ελλάς»

Ακούω ότι το μεγαλύτερο σήμερα πρόβλημα των νέων μας είναι η ανεργία. Διαφωνώ. Εδώ

 

καί τριάντα χρόνια είναι η …εργασία. Ο νέος δε φοβάται την αναδουλειά,

Σ. Καργάκος, φιλόλογος-συγγραφέας

φοβάται τη δουλειά. Μια οικογενειακή αντίληψη, ότι δουλειά είναι ό,τι δεν λερώνει, επεκτάθηκε και στο νεοσουσουδιστικό σχολείο με ευθύνη των κομμάτων, που για λόγους ψηφοθηρίας απεδόθησαν σε μία χυδαία πολιτική παιδοκολακείας, η οποία μετά τη δικτατορία, εξέθρεψε καί διαμόρφωσε δύο γενιές «κουλοχέρηδων», παιδιών δηλαδή πού δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν τα χέρια τους -πέρα από τη μούντζα- για καμμιά εργασία από αυτές πού ονομάζονται χειρωνακτικές, επειδή -τάχα- είναι ταπεινωτικές…

Κι ας βρίσκεται μέσα στη λέξη «χειρώναξ», σαν δεύτερο συνθετικό το «άναξ» πού κάνει τον δουλευτή, τον άνακτα χειρών, βασιλιά στο χώρο του, βασιλιά στο σπιτικό του, νοικοκύρη δηλαδή, λέξη άλλοτε ιερή πού ποδοπατήθηκε κι αυτή μες στην ασυναρτησία μιας πολιτικής πού έδειχνε αριστερά καί πήγαινε δεξιά καί τούμπαλιν. Γι’ αυτό τουμπάραμε… Κάποτε, ακόμη κι από τις στήλες του περιοδικού αυτού, πού δεν είναι πολιτικό με την ευτελισμένη έννοια του όρου, έγραφα πώς η ανεργία στον τόπον μας είναι επιλεκτική, ότι δουλειές υπάρχουν αλλά ότι δεν υπάρχουν χέρια να τις δουλέψουν.

Κι έπρεπε να κατακλυσθεί ο τόπος από 1,5 εκατομμύριο λαθρομετανάστες, για να αποδειχθεί ότι στην Ελλάδα υπήρχε δουλειά πολλή αλλ’ όχι διάθεση για δουλειά. Τα παιδιά -τα μεγάλα θύματα αυτής της ιστορίας- είχαν γαλουχηθεί με τη νοοτροπία του «White collar workers». Έτσι σήμερα το πιο φτηνό εργατικό καί υπαλληλικό δυναμικό είναι οι πτυχιούχοι, που ζητούν εργασία ακόμη καί στον ΟΤΕ ως έκτακτοι τηλεφωνητές, προσκομίζοντας στα πιστοποιητικά προσόντων ακόμη καί διδακτορικά! Γέμισε ο τόπος πανεπιστήμια, σχολές επί σχολών, επιστημονικούς κλάδους αόριστους, ομιχλώδεις καί ασαφείς, απροσδιορίστου αποστολής καί χρησιμότητας. Πτυχία-φτερά στον άνεμο σαν τις ελπίδες των γονιών, πού πιστεύουν ότι τα παιδιά καί μόνον με τα «ντοκτορά» θα βρουν δουλειά. Έτσι παράγονται επιστήμονες πού είναι δεκαθλητές του τίποτα, ικανοί μόνον για το δημόσιο ή για υπάλληλοι κάποιας πολυεθνικής.

Παρ’ όλο πού γέμισε η χώρα μας τεχνικές σχολές (τι ΤΕΛ, τι ΤΕΙ, τι ΙΕΚ!) οι πιο άτεχνοι νέοι είναι οι νέοι της Ελλάδος. Παίρνουν πτυχίο τεχνικής σχολής καί δεν έχουν πιάσει κατσαβίδι οι πιο πολλοί. Δεν ξέρουν να διορθώσουν μια βλάβη στο αυτοκίνητό τους, στο ραδιόφωνο ή στο τηλέφωνό τους. Είναι άχεροι, ουσιαστικά χωρίς χέρια. Τώρα με τα ηλεκτρονικά ξέχασαν να γράφουν, ξέχασαν να διαβάζουν, εκτός φυσικά από «μηνύματα» του αφόρητου «κινητού» τους.

Τούτη η παιδεία, πού όχι μόνο παιδεία δεν είναι αλλ’ ούτε καν εκπαίδευση, αφού δεν καλλιεργεί καμμιά δεξιότητα, εκτός από την ραθυμία, την αναβλητικότητα καί το φόβο της δουλειάς, όχι μόνο δεν καλλιεργεί τον νέο εσωτερικά αλλά τον πετρώνει δημιουργικά σαν τα παιδιά της Νιόβης. Τα κάνει άχρηστα τα παιδιά για παραγωγική εργασία, γιατί ο θεσμός της παπαγαλίας καί η νοοτροπία της ήσσονος προσπάθειας, με το πρόσχημα να μην τα κουράσουμε, τους αφαιρεί την αυτενέργεια, την πρωτοβουλία, τη φαντασία καί την πρωτοτυπία. Το σχολείο, αντί να μαθαίνει τα παιδιά πώς να μαθαίνουν, τα νεκρώνει πνευματικά. Δεν τα μαθαίνει πώς να σκέπτονται αλλά με τί να σκέπτονται. Έτσι τα κάνει πτυχιούχους βλάκες. Βάζει όρια στον ορίζοντα της σκέψης καί των ενδιαφερόντων. Τα χαμηλοποιεί. Τα κάνει να βλέπουν σαν τα σκαθάρια κοντά, κι όχι να θρώσκουν άνω, να έχουν έφεση για κάτι πιο πέρα, πιο τρανό καί πιο μεγάλο. Το έμβλημα πια του ελληνικού σχολείου δεν είναι η γλαύξ, είναι ο παπαγάλος, ο μαθητής-βλάξ πού καταπίνει σελίδες σαν χάπια καί πού θεωρεί ως σωστό ό,τι γράφει το σχολικό. Καί το λεγόμενο «σχολικό» είναι συνήθως αισχρό καί ως λόγος καί ως περιεχόμενο.

Καί τολμώ να λέγω αισχρό, διότι πρωτίστως το «Αναγνωστικό» πού πρέπει να είναι ευαγγέλιο πνευματικό ειδικά στο Δημοτικό, αντί να καλλιεργεί την αγάπη για τη δουλειά, καλλιεργεί την απέχθεια. Που πια, όπως παλιά, ο έρωτας για την αγροτική, τη βουκολική καί τη θαλασσινή ζωή; Ο ναύτης δεν είναι πρότυπο ζωής. Πρότυπο ζωής είναι ο «χαρτογιακάς». Όσο κι αν ήσαν κάπως ρομαντικά τα παλιά «Αναγνωστικά», καλλιεργούσαν τον έρωτα για τη δουλειά. Ακούω πώς δεν πάει καλά η οικονομία. Μα πως να πάει, όταν με τη ναυτιλία πού προσφέρει το 5,6% του ΑΕΠ ασχολείται μόνο το 1% των Ελλήνων; (Με τον αγροτικό τομέα πού προσφέρει το 6,6% του ΑΕΠ ασχολείται το 14,5% του πληθυσμού). Διερωτώμαι, τί είδους ναυτικός λαός είμαστε, όταν αποστρεφόμαστε την θάλασσα καί στα ελληνικά καράβια κυριαρχούν Φιλιππινέζοι, Αλβανοί καί μελαψοί κάθε αποχρώσεως; Το σχολείο καλλιεργεί τον έρωτα για την τεμπελιά, όχι για δουλειά. Τα πανεπιστήμια καί οι ποικιλώνυμες σχολές επαυξάνουν τον έρωτα αυτό. Πράγματα πού μπορούν να διδαχθούν εντός εξαμήνου -καί μάλιστα σε σεμιναριακού τύπου μαθήματα- απαιτούν τετραετία! Βγαίνουν τα παιδιά από τις σχολές καί δικαίως ζητούν εργασία με βάση τα «προσόντα» τους, αλλά τέτοιες εργασίες πού ζητούν τέτοια προσόντα δεν υπάρχουν. Αν δεν απατώμαι, υπάρχουν δύο σχολές θεατρολογίας -πέρα από τις ιδιωτικές θεατρικές σχολές- πού προσφέρουν άνω των 300 πτυχίων το έτος. Που θα βρουν δουλειά τα παιδιά αυτά;

Αν όμως το σχολείο από το Δημοτικό καλλιεργούσε την τόλμη, την αυτενέργεια, βράβευε την πρωτοβουλία, την ανάληψη ευθυνών, την αγάπη για την οποιαδήποτε δουλειά ακόμη καί του πλανόδιου γαλατά, θα είχαμε κάνει την Ελλάδα Ελδοράδο, όπως έγινε Ελδοράδο για τους εργατικούς Αλβανούς, Βουλγάρους, Πολωνούς, Γεωργιανούς, Αιγυπτίους αλιείς, Πακιστανούς καί Ουκρανούς. Σήμερα αυτοί είναι η εργατική κι αύριο η επιχειρηματική τάξη της Ελλάδος. Κι οι Έλληνες, αφήνοντας την πατρώα γη στα χέρια των Αλβανών πού την δουλεύουν, την πατρώα θάλασσα στα χέρια των Αιγυπτίων πού την ψαρεύουν, θα μεταβληθούν σε νομάδες της Ευρώπης ή των ΗΠΑ ή θα τρέχουν για δουλειά στην Αλβανία πού ξεπερνά σε νόμιμη και παράνομη επιχειρηματική δραστηριότητα όλες τις χώρες της Βαλκανικής. Γέμισαν τα Τίρανα ουρανοξύστες, κτήρια γιγάντια, κακόγουστα μεν, σύγχρονα δε. Περίπου 100 ιδιωτικά σχολεία λειτουργούν στην πρωτεύουσα της χώρας των αετών.

Εμείς αφήσαμε αδιαπαιδαγώγητη την εργατική καί την αγροτική τάξη. Στήν πρώτη περάσαμε σαν ιδεολογία-θεολογία το σύνθημα «Νόμος είναι το δίκιο του εργάτη» καί υποχρεώσαμε πλήθος επιχειρήσεις να κλείσουν ή να μεταφερθούν αλλού. Μετά διαφθείραμε τους αγρότες με παροχές χωρίς υποχρεώσεις καί τους δημιουργήσαμε νοοτροπία μαχαραγιά. Γέμισε η επαρχία με «Κέντρα Πολιτισμού», οπού «μπαγιαντέρες» κάθε λογής καί φυλής άναβαν πούρο με φωτιά πεντοχίλιαρου! Το μπουκάλι με το ουίσκι βαπτίστηκε … αγροτικό! Τώρα, όμως, πού έρχονται τα «εξ εσπερίας νέφη» χτυπάμε το κεφάλι μας. Καί που να φθάσουν τα «εξ Ανατολής» σαν εισέλθει η Τουρκία στην Ευρωπαϊκή Ένωση! Θα γίνει η Ελλάς vallis flen-tium (-κοιλάς κλαυθμώνων) καί θα κινείται quasi osculaturium inter flen-tium (=σαν εκκρεμές μεταξύ θλίψεως καί οδύνης).

Δεν είμαι υπέρ μιας παιδείας πού θα υποτάσσεται στην οικονομία. Θεωρώ ολέθριο να χαράσσεται μια εκπαιδευτική πολιτική με κριτήρια οικονομικής αναγκαιότητας. Θεωρώ ολέθρια όμως καί την παιδεία πού εθίζει τα παιδιά στην οκνηρία, πού τα κουράζει με την παπαγαλία καί το βάρος άχρηστων μαθημάτων. Το μεγαλύτερο κεφάλαιο της χώρας είναι τα κεφάλια των παιδιών της. Τούτη η παιδεία αποκεφαλίζει τα παιδιά. Τα κάνει ικανά να μην κάνουν τίποτε. Ούτε να βλαστημήσουν. Ακόμη καί η αισχρολογία τους περιορίζεται στη λέξη πού τα κάνει συνονόματα. Αν τους πεις βρισιά της περασμένης 20ετίας θα νομίσουν ότι μιλάς αρχαία Ελληνικά! Είναι θλιβερή η εικόνα πού παρουσιάζει σήμερα, παρουσίαζε χθες καί θα παρουσιάζει κι αύριο η ελληνική κοινωνία: να υπάρχουν άνθρωποι άνω των 65 ετών, άνω των 70 ετών, πού, ενώ έχουν συνταξιοδοτηθεί, εργάζονται νυχθημερόν, για να συντηρούν τα παιδιά τους μέχρι να τελειώσουν τις ατελείωτες σπουδές τους, τα παιδιά πού λιώνουν τα νιάτα τους στα «κηφηνεία», πού πάνε σπίτι τους να κοιμηθούν την ώρα πού οι Αλβανοί πάνε για δουλειά, θα μου πείτε, τι δουλειά; Οποιαδήποτε δουλειά, αρκεί να είναι τίμια. Όταν μικροί -ακόμη στο Δημοτικό- μαθαίναμε απ’ έξω τον Τυρταίο (ποιος τολμά σήμερα να διδάξει Τυρταίο;) δεν τον μαθαίναμε για να γίνουμε πολεμοχαρείς αλλά για να νοιώθουμε ντροπή, όταν στην μάχη της ζωής, στην πρώτη γραμμή είναι οι παλαιότεροι, οι «γεραιοί» καί οι νέοι κρύβονται πίσω από τη σκιά τους. «Αισχρόν γαρ δη τούτο… κείσθαι πρόσθε νέων άνδρα παλαιότερον».

Σήμερα, βέβαια, οι χειρωνακτικές εργασίες ελέγχονται σχεδόν κατ’ αποκλειστικότητα από ξένους. Στίς οικοδομές μιλούν αλβανικά, στα χωράφια πακιστανικά. Σέ λίγο οι χειρωνακτικές επιχειρήσεις θα περάσουν στα χέρια των Κινέζων πού κατασκευάζουν ήδη το μεγαλύτερο μέρος των τουριστικών ειδών πού θυμίζουν… Ελλάδα. Ακόμη καί τις σημαίες μας στην Κίνα τις φτιάχνουν! Κι εμείς; Εμείς, όπως πάντα, φτιάχνουμε τα τρία κακά της μοίρας μας. «Φτιάχνουμε» τη ζωή μας στην τηλοψία, πού δίνει τα μοντέρνα πρότυπα οκνηρίας στη νεολαία, ποθούμε μια χρυσίζουσα ζωή σαν αυτήν πού προσφέρει το «γυαλί», αγοράζουμε πολυτελή αυτοκίνητα με δόσεις, κάνουμε διακοπές με «διακοποδάνεια», εορτάζουμε με «εορτοδάνεια» καί πεθαίνουμε με «πεθανοδάνεια». Έλεγε ο Φωκίων, πού πλήρωσε τέσσερις δραχμές τη δεύτερη δόση του κώνειου πού χρειαζόταν για να «απέλθει», πως στην Αθήνα δεν μπορεί ούτε δωρεάν να πεθάνει κανείς. Έπρεπε να ζούσε τώρα…

Λυπάμαι πού θα το πω, αλλά πρέπει να το πω: το σχολείο, οι σχολές καί τα ΜΜΕ σακάτεψαν καί σακατεύουν τη νεολαία, γιατί μιλούν συνεχώς για τα δικαιώματα της -δικαιώματα στην τεμπελιά- καί ποτέ για υποχρεώσεις, ποτέ για χρέος, ποτέ για καθήκον. Το καθήκον έγινε άγνωστη λέξη.

 

( αναδημοσίευση από  το www.olympia.gr)

Παναγιώτης Κονδύλης – Οι αιτίες της παρακμής της σύγχρονης Ελλάδας

του Γιώργου Σιακαντάρη (αναδημοσίευση απο ΤΑ  ΝΕΑ, 28.5.11) 

Ο Παναγιώτης Κονδύλης

Για τον Κονδύλη, η αιτία της παρακµής και των δεινών της χώρας δεν οφείλεται στους αστούς αλλά στην απουσία τους. Στην Ελλάδα ο όρος αστική τάξη εισήχθη µε την αρνητική σηµασία του, δηλαδή ως ο αντίπαλος της εργατικής τάξης. Αντιθέτως, στη ∆υτική και Κεντρική Ευρώπη ο αστός εµφανίζεται ιστορικά ως ο κύριος κοινωνικός αντίπαλος της αριστοκρατίας και της κληρικοκρατίας. Αυτή η έλλειψη θα ήταν το λιγότερο, αν δεν συνοδευόταν από την απαξίωση των αξιών του αστισµού και της νεωτερικότητας. Από τον ελληνικό ορίζοντα του νόθου αστισµού απουσιάζει η προµηθεϊκή διάσταση του αστικού πολιτισµού, σύµφωνα µε την οποίαο αστός είναι ο καινοτόµος φορέας της πειθαρχηµένης ζωής και των µακροπρόθεσµων στόχων, όπως αυτός – θα πρόσθετα – περιγράφεται στο «Κοµµουνιστικό Μανιφέστο».

Ηταν ένας από τους κορυφαίους διανοούµενους τον οποίο η ελληνική πανεπιστηµιακή κοινότητα δεν εδέησε να κάνει µέλος της. Η αναγνώρισή του όµως σε ευρωπαϊκό επίπεδο ήταν µεγάλη. Σήµερα o Παναγιώτης Κονδύλης (1943-1998) επιστρέφει στο προσκήνιο
Αν ο Κώστας Αξελόςτο 1954 στο «Η µοίρα της σύγχρονης Ελλάδας» (πρόσφατα επανεκδόθηκε απότην Εστία)επιχειρηµατολογούσε γιατί η Ελλάδα δεν είναι νεωτερική κοινωνία, εδώ ο Παναγιώτης Κονδύλης καταδεικνύει γιατίη Ελλάδα δεν ήταν ποτέ αστική κοινωνία. Κάτι που κατάτη γνώµη µου είναι το ίδιο. Το µικρό από άποψη µεγέθους και τεράστιο από άποψη ιδεών αυτό βιβλίο είχε δηµοσιευθεί το 1991 ως εισαγωγή στην ελληνική έκδοση του βιβλίου «Η παρακµή του Αστικού Πολιτισµού» (εκδ. Θεµέλιο).

Για τον Κονδύλη, η αιτία της παρακµής και των δεινών της χώρας δεν οφείλεται στους αστούς αλλά στην απουσία τους. Στην Ελλάδα ο όρος αστική τάξη εισήχθη µε την αρνητική σηµασία του, δηλαδή ως ο αντίπαλος της εργατικής τάξης. Αντιθέτως, στη ∆υτική και Κεντρική Ευρώπη ο αστός εµφανίζεται ιστορικά ως ο κύριος κοινωνικός αντίπαλος της αριστοκρατίας και της κληρικοκρατίας. Αυτή η έλλειψη θα ήταν το λιγότερο, αν δεν συνοδευόταν από την απαξίωση των αξιών του αστισµού και της νεωτερικότητας. Από τον ελληνικό ορίζοντα του νόθου αστισµού απουσιάζει η προµηθεϊκή διάσταση του αστικού πολιτισµού, σύµφωνα µε την οποίαο αστός είναι ο καινοτόµος φορέας της πειθαρχηµένης ζωής και των µακροπρόθεσµων στόχων, όπως αυτός – θα πρόσθετα – περιγράφεται στο «Κοµµουνιστικό Μανιφέστο». Η απελευθερωµένη από την οθωµανική κυριαρχία Ελλάδα ήταν µια τερατογένεση, αποτέλεσµα της διασταύρωσης των πιο προηγµένων τότε πολιτικών θεσµών, όπως ο κοινοβουλευτισµός και η καθολική ψηφοφορία, µε µια κοινωνία διεπόµενη από πατριαρχικές σχέσεις, αξίες και νοοτροπίες. Η όποια εγχώρια αστική τάξη γεννήθηκε από αυτές τις πατριαρχικές σχέσεις και όχι ως άρνηση του φεουδαλισµού. Είχαµε εποµένως µια αστική τάξη ανοµοιογενή και αδύναµη, στον ρόλο του διαµεσολαβητή των συµφερό ντων – κυρίως εµπορικών – των ευρωπαϊκών αστικών τάξεων.

Στον βαθµό που οι υπάρχουσες αστικοκαπιταλιστικές σχέσεις δεν µπορούσαν να ικανοποιήσουντις φιλοδοξίεςτων ευρύτερων µαζών που συνέρρεαν από την ύπαιθρο στην πόλη, ο κοινοβουλευτισµός και το πολιτικό σύστηµα για να διατηρηθούνστην εξουσία δενείχαν άλλοδρόµο να διαλέξουν από αυτόν της δηµιουργίας ενός πανίσχυρου κράτους- εργοδότη. Για τους ίδιους λόγους, σήµερα οι συντεχνίες και τα τµήµατατου πολιτικού συστήµατος αγωνίζονται να διατηρήσουν αυτό το κράτος.

Εφόσον ο µόνος µαζικός εργοδότηςήταν τοκράτος, η κατάκτησή του και η νοµή του έγινετο κύριο µέληµα των πολιτικών κοµµάτων. Επειδή όµως – για να µη ξεχνάµε– όλα αυτά γίνονταν στοέδαφος µιας πατριαρχικής κοινωνίας, το µόνο µέσο για την εφαρµογή αυτής της πολιτικής ήταν οι πελατειακές σχέσεις. Επίσης για να είναι σε θέση το πολιτικό σύστηµα να ικανοποιήσει τα πολυάριθµα πελατειακά αιτήµατα, υποχρεώθηκενα δίνει χαµηλές αµοιβές και να προσλαµβάνει τη µεγάλη µάζα των δηµοσίων υπαλλήλων από στρώµατα καθυστερηµένα ως προς την πολιτισµική άποψη.Ετσι, αν και έχουµε έναν διογκωµένο δηµόσιο τοµέα, δεν έχουµε µια ικανή γραφειοκρατική ελίτ. Πόσο σηµαντικό είναι αυτό το βλέπουµε σήµερα που οι όποιες µεταρρυθµίσεις σκοντάφτουν και στην αδυναµία της ∆ιοίκησης να τις εφαρµόσει.

Στη µεταπολεµική Ελλάδα – και όχι στη µεταπολιτευτική που οι συνήθεις απλουστεύσεις προτείνουν– τα κόµµατα δεν µοιράζουν πλέον µόνο θέσεις αλλά υποχρεώνονται να συναγωνίζονται το ένα το άλλο στην «υιοθέτηση και στην προάσπιση των οποιωνδήποτε αιτηµάτων από οπουδήποτε και αν προέρχονται». Ετσι, υποστηρίζει προφητικά ο Κονδύλης, υποτιµήθηκε η απλούστερησκέψη πως η εθνική ανάπτυξη µπορεί να γίνει µόνο µε την αύξηση των παραγωγικών επενδύσεων ή, αλλιώς, µε τον περιορισµό της βασιζόµενηςσε δάνεια κατανάλωσης.

ΗάποψητουΚονδύλη πρέπειναεµπλουτιστεί και µετην ανάλυσητού πόσο έχει βλάψει τον τόπο η απουσία της αριστοκρατικής τάξης και της ευγένειας που την ακολουθεί (Νόρµπερτ Ελίας, «Η εξέλιξη του Πολιτισµού») ως µέσο γιατον µετριασµό της βίας. ∆ανεισµός και βία, τα δύο µεγαλύτερα προβλήµατα της σηµερινής Ελλάδας.

Θέλουµεκαλύτερηαπάντησηγια το πόσο έβλαψαν τον τόπο όσοι για παράδειγµα αντιστάθηκαν διαχρονικά στους όποιους αναγκαίους εκσυγχρονισµούς; Μάλλον όχι.

Φώτης Γεωργελές – Τα κόμματα μιλάνε ακόμα στους πελάτες τους, όχι στην κοινωνία

 

  Οι θεσμικές συμμορίες παίζουν το τελευταίο τους χαρτί. Μαφίες σκουπιδιών, συμμορίες λαθρεμπορίου καυσίμων με λευκά κολάρα, καταπατητές δημόσιας γης και βιομηχανία αυθαιρέτων, συνδικαλιστές που απομυζούν τις ΔΕΚΟ, διακινητές του μαύρου χρήματος, νταλαβεριτζήδες ανάμεσα στα κρατικά, κομματικά και επιχειρηματικά λόμπι, οργανωμένες ομάδες «απορρόφησης» των κοινοτικών κονδυλίων, υπεράριθμοι των κομματικών στρατών που στελεχώνουν χιλιάδες άχρηστους φορείς δημιουργημένους ακριβώς γι’ αυτό, κρατικοδίαιτη επιχειρηματικότητα της μίζας και της φοροδιαφυγής, μέσα ενημέρωσης του εκβιασμού, της διαπλοκής και της κρατικής επιδότησης, τρωκτικά των δημόσιων ταμείων, κόμματα που πουλάνε προστασία σε επιχειρήσεις, συντεχνίες που ελέγχουν κλάδους ολόκληρους της οικονομίας και μπαίνουν φραγμός στην απελευθέρωση των αγορών, συμμορίες των νοσοκομειακών αποθηκών, παρασιτικά δημοσιοϋπαλληλικά στρώματα που πλουτίζουν «πουλώντας» τις υπηρεσίες του δημοσίου με αντίτιμο φακελάκια, γρηγορόσημα, φορολογικές περαιώσεις. Μια γκρίζα Ελλάδα που προτιμάει τη δραχμή, γιατί η «κανονικότητα» της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν την περιλαμβάνει.

Αυτές τις μέρες, η Ιταλία βρέθηκε στην ίδια φάση που ήμασταν εμείς πριν ενάμιση χρόνο. Τα επιτόκια άρχισαν να φεύγουν προς τα πάνω, το ΔΝΤ έρχεται. Η χώρα αντέδρασε ακαριαία. Η κυβέρνηση παραιτήθηκε, τα κόμματα, που εκεί είναι και 17, επέλεξαν έναν πρώην κοινοτικό επίτροπο, τον Μάριο Μόντι, του ανέθεσαν την πρωθυπουργία και αυτός σχηματίζει μια «κυβέρνηση μάχης» με 12-14 μόνο υπουργούς πρώτης γραμμής για να βγάλει τη χώρα από τη δίνη. Προώθησαν ανάλογες μεταρρυθμίσεις τις οποίες υπερψήφισε όλη η Βουλή με 380 βουλευτές, σε σύνολο 408. Και με την ανοχή των αριστερών συνδικάτων. Όλα αυτά σε μια βδομάδα. Κι όμως, μετά από 17 χρόνια Μπερλουσκόνι δεν είναι και πολύ πιο σοβαροί από μας. Τι είναι αυτό που έκανε την Ιταλία να αντιδράσει αστραπιαία, τι τους έκανε όλους να συνειδητοποιήσουν ότι ζούνε σε καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης και πρέπει να αντιδράσουν υπεύθυνα και με εθνική συνεννόηση;

Έχουν οικονομία. Την τρίτη μεγαλύτερη της Ευρωζώνης. Ξέρουν πολύ καλά τι έχουν να χάσουν άμα μπουν στην περιπέτεια.
Σε αντίθεση με τους Ιταλούς, το εδώ σύστημα εξουσίας, δηλαδή ο ελληνικός ληστρικός μικροκαπιταλισμός, ξέρει τι έχει να χάσει άμα «γίνουμε Ευρώπη». Για δεκαετίες, το κύριο μέσο πλουτισμού σ’ αυτή τη χώρα ήταν η αφαίμαξη του κοινωνικού συνόλου μέσα από ένα περίπλοκο σύστημα αλληλοεξαρτήσεων, κοινωνικών εκβιασμών και υπεξαίρεσης του δημόσιου πλούτου. Ήδη τα δύο τελευταία χρόνια, καθώς ο ευρωπαϊκός έλεγχος εντείνεται, το σύστημα αρχίζει να μπάζει νερά από παντού. Τράπεζες που χρηματοδοτούν τις επιχειρήσεις των ιδιοκτητών τους με τα λεφτά των καταθετών, μέσα ενημέρωσης τροφοδοτούμενα από κρατικό χρήμα, διαφημιστικές εταιρείες μεσάζοντες στην κυκλοφορία του μαύρου χρήματος, επιχειρήσεις σφραγίδες με μόνα κέρδη τη μη απόδοση φόρων, εισφορών και ΦΠΑ, καταρρέουν καθημερινά. Το παρασιτικό σύστημα αποκρούει τις μεταρρυθμίσεις με κάθε τρόπο, έχοντας ως plan B την έξοδο από το ευρώ και την επιστροφή στην υποτιμημένη δραχμή. Μια κατάρρευση της χώρας θα άφηνε άθικτους όλους τους μηχανισμούς της διαφθοράς.
Οι θεσμικές συμμορίες παίζουν το τελευταίο τους χαρτί. Μαφίες σκουπιδιών, συμμορίες λαθρεμπορίου καυσίμων με λευκά κολάρα, καταπατητές δημόσιας γης και βιομηχανία αυθαιρέτων, συνδικαλιστές που απομυζούν τις ΔΕΚΟ, διακινητές του μαύρου χρήματος, νταλαβεριτζήδες ανάμεσα στα κρατικά, κομματικά και επιχειρηματικά λόμπι, οργανωμένες ομάδες «απορρόφησης» των κοινοτικών κονδυλίων, υπεράριθμοι των κομματικών στρατών που στελεχώνουν χιλιάδες άχρηστους φορείς δημιουργημένους ακριβώς γι’ αυτό, κρατικοδίαιτη επιχειρηματικότητα της μίζας και της φοροδιαφυγής, μέσα ενημέρωσης του εκβιασμού, της διαπλοκής και της κρατικής επιδότησης, τρωκτικά των δημόσιων ταμείων, κόμματα που πουλάνε προστασία σε επιχειρήσεις, συντεχνίες που ελέγχουν κλάδους ολόκληρους της οικονομίας και μπαίνουν φραγμός στην απελευθέρωση των αγορών, συμμορίες των νοσοκομειακών αποθηκών, παρασιτικά δημοσιοϋπαλληλικά στρώματα που πλουτίζουν «πουλώντας» τις υπηρεσίες του δημοσίου με αντίτιμο φακελάκια, γρηγορόσημα, φορολογικές περαιώσεις. Μια γκρίζα Ελλάδα που προτιμάει τη δραχμή, γιατί η «κανονικότητα» της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν την περιλαμβάνει.
Το χρήμα της προηγούμενης περιόδου, με χρεοκοπημένες τις επιχειρήσεις του και τις καταθέσεις στην Ελβετία, ποντάρει στην πτώχευση για να αγοράσει μισοτιμής την Ελλάδα. Ο παρασιτισμός δεν έχει να φοβηθεί τίποτα, ο Χολαργός θα τυπώνει δραχμές, το πελατειακό κράτος θα επιβιώνει σαν να μην άλλαξε τίποτα και ο πληθυσμός της χώρας θα πρέπει να ζήσει με 200 ευρώ, καθώς οι υποτιμήσεις και ο πληθωρισμός θα οδηγούν σε τριτοκοσμικές καταστάσεις.
Οι πολιτικές και οικονομικές δυνάμεις της δραχμής, πάντα μεταμφιεσμένες σε πατριώτες, επαναστάτες, αδιάλλακτους φίλους του λαού, με συμμάχους τους άφθονους «χρήσιμους ηλίθιους» του δημόσιου διαλόγου που πετάνε τις κορόνες της τσάμπα μαγκιάς, «ας καούν όλα, ας χρεοκοπήσουμε μια ώρα αρχύτερα», με δυνάμεις κρούσης που καίνε εφορίες, τελωνεία, δημαρχεία, για να χαθούν τα αρχεία, βάζουν βόμβες στα σπίτια των ελεγκτών οικονομικού εγκλήματος, με βολικούς «φανατικούς» που προπηλακίζουν κάθε αντίθετη φωνή στοχοποιώντας την ως «εχθρό του λαού», φτιάχνουν το κλίμα το κατάλληλο που θα οδηγήσει στην αυτοκτονία. Σε μια δημόσια ζωή χωρίς διάλογο, χωρίς επιχειρήματα, με κραυγές για κρεμάλες και κατηγορίες για προδότες, όπου κανένας κανονικός άνθρωπος δεν θα συμμετέχει. Παρά μόνο τα οργανωμένα λόμπι με τις ομάδες κρούσης και το μαύρο χρήμα.
Η τελευταία βδομάδα έδειξε ότι η ελληνική κοινωνία, ακριβώς 12, ούτε καν στο παραπέντε, συνειδητοποίησε ποιο είναι το πραγματικό δίλημμα αυτής της περιόδου. Η στάση της, η απέχθεια και η αντίδρασή της μέσω των κοινωνικών δικτύων, γελοιοποίησε όλες τις προσπάθειες των κομματικών μηχανισμών να βρουν μια ψευδεπίγραφη λύση για να κοροϊδέψουν ακόμα μια φορά τους Ευρωπαίους και να διατηρήσουν την ακινησία. Η αποδοχή του νέου πρωθυπουργού, ενός ανθρώπου που ούτε ξέρουν καλά καλά, δείχνει ότι οι πολίτες αντιλαμβάνονται την ανάγκη ηρεμίας, υπευθυνότητας και συνεργασίας. Ο Λουκάς Παπαδήμος στην πρώτη του ομιλία ικανοποίησε αυτή την ανάγκη. Είπε απλώς τα γεγονότα, χωρίς κομματικούς υπολογισμούς. Έχουμε αυτά τα προβλήματα, είναι δύσκολα, μπορούμε να τα καταφέρουμε, αρκεί να κάνουμε αυτά που πρέπει. Και θα τα κάνουμε όχι γιατί μας τα επιβάλλουν, αλλά για τη δική μας ευημερία. Ήταν η πρώτη φορά που κάποιος είπε ότι είναι προς το συμφέρον μας οι μεταρρυθμίσεις. Μέχρι τώρα, ακόμα και αυτοί που υποτίθεται ότι τις προωθούσαν, ζητούσαν συγνώμη, έκλαιγε η ψυχή τους, ήταν εκτός των σοσιαλιστικών τους πιστεύω, τα έκαναν γιατί μας τα επέβαλλαν οι δανειστές μας. Αλλιώς δηλαδή, αν μας δάνειζαν ακόμα, θα μέναμε σ’ αυτό το υπέροχο κράτος που είχαμε μέχρι το 2009.
 
Τα κόμματα μιλάνε ακόμα στους πελάτες τους, όχι στην κοινωνία. Η υπόλοιπη κοινωνία ξέρει ότι πρέπει όλα να αλλάξουν. Ακόμα και πριν τη χρεοκοπία του 2009, ανυποψίαστη για δάνεια, επιτόκια, ελλείμματα και χρέη, η κοινή γνώμη σε κάθε έρευνα εξέφραζε τη δυσαρέσκεια, την κούραση, το θυμό της για ένα σύστημα που καταφανώς είχε χρεοκοπήσει ηθικά και κοινωνικά πριν από την οικονομική χρεοκοπία. 
Η ελληνική κοινωνία, ακόμα και μετά από αυτά τα δύο οδυνηρά χρόνια, έχει ακόμα δυνάμεις για να περιμένει, να υποστηρίζει μια προσπάθεια αποφυγής της καταστροφικής πτώχευσης, της επιστροφής στη δραχμή. Η μπάλα τώρα είναι στο πολιτικό σύστημα. Οι διεργασίες στα κόμματα μόλις έχουν ξεκινήσει. Η αντίδραση των βουλευτών όλων των κομμάτων στις κατώτερες των περιστάσεων αποφάσεις των κομματικών ηγεσιών, αντίδραση που στην ουσία τις ανέτρεψε, δείχνει ότι το παιχνίδι έχει ανοίξει. Αρκεί η μεταβατική αυτή κυβέρνηση Παπαδήμου να καταφέρει να κερδίσει όσο χρόνο χρειάζεται για να ωριμάσει το πολιτικό σύστημα, αλλά και η ίδια η κοινωνία.

 

(αναδημοσίευση από την Athens Voice)

Απόστολος Τσοράκης Το βάθος της κρίσης και η πολιτική υποκρισία όλων μας

Απόστολος Τσοράκης

ένα προφητικό κείμενο


ένα «προφητικό» άρθρο του δημοσιογράφου Απόστολου Τσοράκη που δημοσιεύτηκε στις 22 Φεβρουαρίου 2011 αλλά παραμένει τραγικά επίκαιρο)

Ένα σχεδόν χρόνο μετά την εφαρμογή του μνημονίου, το πάγωμα της οικονομίας, την υποβάθμιση των μισθών και μια σειρά από υποκριτικές διαδικασίες εξορθολογισμού της Φαβέλας Ελλάς, δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι το υποτιθέμενο ρεκτιφιέ του κρατικού συστήματος έχει πραγματικά διαμορφώσει έστω και ένα νέο θεσμό που να λειτουργεί πραγματικά και όχι εικονικά, ή σε επίπεδο ινδικού χοιριδίου.

Και ακριβώς εδώ βρίσκεται το πρόβλημα, στο γεγονός δηλαδή ότι η Διοίκηση (που ονομάζεται ελληνική κυβέρνηση) εκτελεί τις εντολές της κυβέρνησης (ρόλο τον οποίο έχει αναλάβει η Τρόικα) ακριβώς με τον ίδιο τρόπο που η Δημόσια Διοίκηση στο παρελθόν αντιμετώπιζε την τότε κυβέρνηση, με υποκρισία. Προστατεύει δηλαδή τα υποτιθέμενα συμφέροντα των πολιτών από την Νομενκλατούρα. Σας μπέρδεψα ε!

Και όμως τα πράγματα είναι απλά. Η κοινωνική εκπαίδευση στην χώρα μας έχει δημιουργήσει δομές συνεκτικότητας ανάμεσα στους πολίτες, στις επαγγελματικές ομάδες και στις κοινωνικές διαστρωματώσεις που βασίζονται στην αντίδραση. Έχουμε δηλαδή θέσει ως κέντρο του παραγωγικού πολιτισμού μας την αντίδραση, ως εργαλείο ανάπτυξης, αντί για τον ανταγωνισμό. Έχουμε έτσι οδηγήσει τις ελληνικές κοινωνίες να λειτουργούν με την αρχή της ελάσσονος προσπάθειας, ως σημείο αναφοράς για την εκκίνηση της προόδου, και (παράλογα) έχουμε χτίσει μια επικοινωνιακή εικονική πραγματικότητα που ονομάζει την μεθοδολογία αυτή «Δημοκρατικές δυνάμεις της ανάπτυξης και της προόδου». Από το σημείο αυτό, που ιστορικά ξεκίνησε μετά την πτώση της χούντας από την τότε αντιπολίτευση, η πορεία της χώρας ακολουθεί μια μαθηματική συνάρτηση αρνητική (που ξεκινά από την μηδενιστική αντίδραση) και όχι προσθετική (που θα έπρεπε να βασίζεται στην προοδευτική ανάπτυξη).

Το Ελληνικό σύστημα βλέπετε αποτελείται από ένα μαθηματικό αλγόριθμο ο οποίος βασίζεται στην παραπάνω αρχή, της ελάσσονος προσπάθειας, και είναι μαθηματικά αδύνατο να βγάλει διαφορετικό αποτέλεσμα αλλάζοντας μόνο τις σταθερές του. Είναι δηλαδή μια μηχανή αυτοκινήτου φτιαγμένη ώστε να παράγει υπεραξία κίνησης λίγο μεγαλύτερη από την αδράνεια που κρατά το αυτοκίνητο ακίνητο και να οδηγεί τους επιβάτες σε ένα ασφαλές μέλλον από άποψη συγκρούσεων, αλλά παράλληλα να μένει πίσω στην πορεία της ανάπτυξης οδηγώντας το περιβάλλον σε μείωση των πόρων με τους οποίους οι επιβάτες επιβιώνουν. Όση βενζίνη και να βάλεις παραπάνω, όσο και να αλλάξεις τα λάδια και τα μπουζί, το αυτοκίνητο (Φαβέλα Ελλάς) θα κινείται ακριβώς με την ίδια ταχύτητα. Είτε αδειάζεις το αυτοκίνητο από τα βάρη του και μειώνεις την αδράνεια ή αλλάξεις την μηχανή για να αποκτήσεις δραστική αλλαγή της παραπάνω σχέσης.

Ο αλγόριθμος αυτός οδηγεί σε μια σχιζοφρένεια που αποτυπώνεται σε δύο απλές πολιτικές που έχουμε βιώσει τον τελευταίο καιρό και θα περιγράψω ενδεικτικά.

Ας δούμε όμως την πρώτη πολιτική. Αντί λοιπόν να ξεφορτώσει βάρος από το Δημόσιο τομέα η Ελληνική κυβέρνηση (Διοίκηση) δημιουργώντας υποδομές για αποαστικοποίηση (συνέβη την δεκαετία του 70 και 80 στην Ευρώπη, άρα υπάρχει manual) και να αυξήσει την δυναμική του κρατικού μηχανισμού, μειώνει του μισθούς όλων των κοινωνικών και επαγγελματικών ομάδων αυξάνοντας την αδράνεια της οικονομίας, οδηγώντας την στην οριστική στάση. Το αποτέλεσμα είναι να διαμορφώνεται στις υπόλοιπες κοινωνικές ομάδες μια αίσθηση αδικίας και προστατευτισμού ενός κατεστημένου που κινείται μόνο με όρους δικής του επιβίωσης.

Την ίδια ώρα με δεδομένη την στάση πληρωμών, που μια τέτοια πολιτική οδηγεί, διαμορφώνεται στην αγορά που είναι εκτός κρατικού παρεμβατισμού η αντίληψη ότι η μαύρη οικονομία πραγματικά είναι περισσότερο έντιμη στις αποδόσεις της από την νόμιμη οικονομία, όπως αυτή λειτουργεί με τους παράλογους κανόνες που θέτει η κυβέρνηση (Διοίκηση). Και η κυβέρνηση να απαντά ισχυροποιώντας τον παρεμβατισμό του κράτους και τους κανόνες αστυνομικού τύπου σκοτώνοντας την ανάπτυξη.

Φαύλος κύκλος δηλαδή.

Να δούμε όμως και την δεύτερη πολιτική στην οποία αναφέρθηκα νωρίτερα, που παγιώνει την αντίληψη ότι η υποκρισία αποτελεί την πολιτική πρακτική που βιώνουμε σήμερα.

Ακριβώς στο ίδιο κλίμα του κρατικού παρεμβατισμού και της διαιώνισης της Φαβέλας και του Ελληνικού Σοβιέτ, η κρατική Εθνική Τράπεζα που ελέγχεται από την αυξημένη μετοχική σχέση που έχει σε αυτήν η Εκκλησία και το Ελληνικό Δημόσιο, έκανε πρόταση φιλικής συγχώνευσης (κρατικοποίησης δηλαδή) της μεγαλύτερης Ιδιωτικής Τράπεζας στην χώρα της Alpha Bank. Με λίγα λόγια υποκινήθηκε, με όρους αύξησης του κρατικού παρεμβατισμού, η δημιουργία ενός κολοσσού που όμως θα γινόταν αυτόματα δούλος των επιλογών της κυβέρνησης και της Εκκλησίας αναλόγως των εκάστοτε εξουσιαστικού (κοσμικού) τύπου συμφερόντων.

Οποία πρόοδος και ανάπτυξη.

Να αποφασίσει ας πούμε η Τράπεζα λόγω κρίσης να μειώσει τα κέρδη των μετόχων της αποκόπτοντας την διανομή μερίσματος και η εκκλησία, που έχει καθοριστικό μετοχικό ρόλο, να σταματήσει τα συσσίτια στους αστέγους σε όλη τη χώρα, απειλώντας την κυβέρνηση με λαϊκή εξέγερση (και αυτό δεν είναι φανταστικό σενάριο συμβαίνει σήμερα ανάμεσα στην Εκκλησία και την Εθνική Τράπεζα).

Η κρίση στη χώρα μας είναι πραγματική, αντιμετωπίζεται όμως υποκριτικά λόγος για τον οποίον και δεν υπάρχει πρόοδος. Οι λύσεις είναι απλές, παρουσιάζονται όμως δύσκολες για να γίνεται αναγκαία η διαιώνιση ενός αποτυχημένου κατεστημένου.

Το κράτος χρειάζεται ένα νέο συγκριτικό πλεονέκτημα απέναντι στους πολίτες του για το πιστέψουν και να το στηρίξουν. Και αυτό δυστυχώς κανένας δεν το προσφέρει σήμερα. Το κρίσιμο σημείο κατάρρευσης της κοινωνικής συνεκτικότητας και ανοχής είναι κοντά. Εάν ξεπεραστεί το σημείο αυτό, το θέμα πλέον δεν θα είναι πολιτικό, αλλά βαθύτατα κοινωνικό και το μέλλον δραματικά άσχημο.

Post Navigation